- ἠριγενείας
- ἠριγενείᾱς , ἠριγένειαearly-bornfem acc plἠριγενείᾱς , ἠριγένειαearly-bornfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αλήτιδες ημέραι — Αθηναϊκή εορτή της Ηριγόνης, της Ηούς ή της Ηριγένειας, κόρης του Ικάριου, που γέννησε από τον Απόλλωνα τον Στάφυλο … Dictionary of Greek